top of page
Search

Ευρωπαϊκή Ένωση: Το κόστος της Δημοκρατίας, το μέλλον και η κατάργηση του βέτο

«Η δημοκρατία είναι η χειρότερη μορφή διακυβέρνησης εκτός από όλες τις άλλες μορφές που έχουν κατά καιρούς δοκιμαστεί.…» Winston Churchill (11/11/1947).



Υπογραφή της συνθήκης της Λισαβώνας (13 Δεκεμβρίου 2007)


Η Ευρωπαϊκή Ένωση ιδρύθηκε το 1958 από έξι δημοκρατίες (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και Λουξεμβούργο) και το 1973 διευρύνθηκε με την συμμετοχή άλλων τριών δημοκρατικών χωρών (Βρετανία, Ιρλανδία και Δανία).


Η ορθή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ήταν και είναι η βασικότερη προϋπόθεση για να γίνει μία χώρα μέλος του «κλαμπ». Η κατάρρευση των δικτατοριών σε Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία επέτρεψε την ένταξή τους στην Ένωση στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων το 1989 επέτρεψε επίσης - από το 2004 και μετά- την ένταξη έντεκα χωρών της Ανατολικής Ευρώπης.


Η ιδρυτική Συνθήκη του 1957 και αυτές που ακολούθησαν (δηλαδή το σύνταγμα της Ε.Ε.) διέπονται από δημοκρατικές αρχές με κυρίαρχη, για πολλά χρόνια, αυτήν της ομοφωνίας στη λήψη αποφάσεων. Η αρχή αυτή τροποποιήθηκε προς όφελος της πλειοψηφίας στη λήψη αποφάσεων σε αρκετούς τομείς, αλλά όχι σε όλους. Οι αποφάσεις στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής, της αμυντικής συνεργασίας, της φορολογίας και της κοινωνικής πολιτικής υπόκεινται σήμερα στον κανόνα της ομοφωνίας.


Η δημοκρατική αρχή της ομοφωνίας δυσκολεύει την λήψη αποφάσεων και προκαλεί δυσκινησία -αν όχι ακινησία- σε περιπτώσεις, όπως η λήψη αποφάσεων για τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας ή την άμεση προώθηση της αμυντικής συνεργασίας.


Δύο από τις βασικές επιδιώξεις των «πατέρων» της Ευρώπης ήταν η αποφυγή πολέμου στην γηραιά ήπειρο και η επισιτιστική επάρκειά της. Οι στόχοι αυτοί επιτεύχθηκαν για 75 χρόνια, αλλά να που ο πόλεμος ξανάρθε στην Ευρώπη εξ αιτίας της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και απειλεί την ειρήνη, ενώ δημιουργεί κινδύνους σοβαρής επισιτιστικής και κατά συνέπεια οικονομικής κρίσης .


Η Δημοκρατία στην Ευρωπαϊκή Ένωση επιτρέπει σε δημοκρατικά εκλεγμένους πολιτικούς με ακροδεξιές και ακροαριστερές θέσεις να δημιουργούν δυσκολίες ή και να μπλοκάρουν τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων. Είναι προφανές ότι αν Ε.Ε. λειτουργούσε κατά τα «δημοκρατικά» πρότυπα της Ρωσίας δεν θα υπήρχαν «αντιφρονούντες» τύπου Όρμπαν ή Καζίνσκι ή ακόμα Μελανσόν. Ο τελευταίος απειλεί με «ανυπακοή» σε ευρωπαϊκούς κανόνες αν ο συνανσπιμσός της αριστεράς που ηγείται πλειοψηφήσει στις βουλευτικές εκλογές του επόμενου μήνα θα υποχρεώσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να τον επιλέξει ως πρωθυπουργό της Γαλλίας.


Ο κανόνας της ομοφωνίας «θρέφει» την πολυφωνία. Για παράδειγμα, πολλές χώρες-μέλη θεωρούν ότι η Ουκρανία θα πρέπει να ενταχθεί σύντομα στην Ένωση, η Αυστρία αντίθετα προτείνει να αναζητηθεί άλλος τρόπος συνεργασίας γιατί η ένταξη δεν θα είναι εφικτή τα προσεχή δέκα χρόνια. Οι χώρες-μέλη της Ε.Ε. που είναι και μέλη του ΝΑΤΟ υποστηρίζουν την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας, όμως ο πρόεδρος της Κροατίας απείλησε ότι θα προβάλει βέτο.


Η Ένωση βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι και αναζητεί νέες ιδέες για την ανανέωση και επανίδρυσή της. Πολλές από τις ιδέες αυτές πρέπει να τις αναζητήσει στα συμπεράσματα και τις προτάσεις της «Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης», οι εργασίες της οποίας ολοκληρώθηκαν στις 9 Μαΐου. Πρόκειται για μία εντελώς πρωτότυπη ανοιχτή διαδικασία, σαν αυτές που «επιτρέπονται» στις πραγματικές δημοκρατίες, στην οποία μετείχαν περίπου 800.000 πολίτες και κατέληξαν στην υποβολή 49 προτάσεων που περιλαμβάνουν συγκεκριμένους στόχους και περισσότερα από 320 μέτρα τα οποία καλούνται να υιοθετήσουν τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. Μεταξύ αυτών, η κατάργηση της αρχής της ομοφωνίας, το δικαίωμα νομοθετικής πρωτοβουλίας του Ε.Κ. και η επέκταση των κοινοτικών αρμοδιοτήτων νομοθέτησης στους τομείς της υγείας και της άμυνας. Περισσότερα στον ακόλουθο σύνδεσμο: https://futureu.europa.eu/?locale=el


Οι προτάσεις και τα προτεινόμενα μέτρα αφορούν επίσης κρίσιμα και επίκαιρα θέματα, όπως η κλιματική αλλαγή, η ενέργεια, οι μεταφορές, η υγεία, η εκπαίδευση, η οικονομία και η απασχόληση, αλλά και η μετανάστευση. Η έγκριση του κειμένου από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επέτρεψε στον φιλο-ευρωπαίο αρχηγό των φιλελευθέρων Γκυ Βερχόφσταντ να αναφωνήσει με ενθουσιασμό «επιτέλους μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή».

Είναι όμως πράγματι εφικτή;


Όσον αφορά τα θεσμικά ζητήματα και τον τρόπο λειτουργίας της Ένωσης σε παρόμοια κατεύθυνση κινήθηκαν και οι προτάσεις που διατύπωσε ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν στην πανηγυρική ομιλία του στο Στρασβούργο στις 9 Μαΐου προτείνοντας το χτίσιμο μιας Ευρώπης «κυρίαρχης, ενωμένης, δημοκρατικής και φιλόδοξης». Τα ίδια περίπου πρέσβευσαν στις ομιλίες τους και οι κυρίες Ούρσουλα βαν ντερ Λέγεν (πρόεδρος της Επιτροπής) και Ρομπέρτα Μέτσολα (πρόεδρος της Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου).


Την ιδέα για επανίδρυση της Ευρώπης την είχε αναφέρει και πάλι στο παρελθόν ο Γάλλος πρόεδρος – στις 7 Σεπτεμβρίου 2017 σε ομιλία του στην Πνύκα και στις 26 του ίδιου μήνα στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Είχε επισημάνει ότι για την Ένωση, οποία έβγαινε από διαδοχικές κρίσεις (οικονομική, μεταναστευτική και το Brexit), ήταν αναγκαία η επανίδρυσή της.


Σήμερα, η πανδημία του κορονοϊού και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δημιουργούν και πάλι την ανάγκη για ανανέωση/επανίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς ένα αντιδημοκρατικό καθεστώς, αυτό του Πούτιν, μπορεί είτε να προσφέρει μέγιστη υπηρεσία στη συσπείρωση και ενίσχυση των δημοκρατιών της Ευρώπης είτε αντιστρόφως να συμβάλει στην αποσύνθεσή της.


Για να συμβεί όμως αυτό υπάρχουν ορισμένες δύσκολες εξισώσεις προς επίλυση, με πρώτη και δυσκολότερη την εξής:

- Για να καταργηθεί ο κανόνας της ομοφωνίας στη λήψη αποφάσεων απαιτείται τροποποίηση της Συνθήκης της Λισαβώνας που διέπει σήμερα την λειτουργία της Ένωσης. Για να τροποποιηθεί όμως η συνθήκη αυτή απαιτείται ομόφωνη έγκριση του κειμένου, αρχικά από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών και στη συνέχεια υποβολή της νέας συνθήκης στα εθνικά κοινοβούλια προς επικύρωση ή ακόμα και σε δημοψήφισμα, σε όποια κράτη-μέλη το προβλέπει η νομοθεσία.


Το πρόσφατο παρελθόν είναι όμως τραυματικό στις προσπάθειες παρομοίων τροποποιήσεων και δεν πέρασαν ούτε είκοσι χρόνια από την απόρριψη του Ευρωπαϊκού Συντάγματος το 2005 με δημοψηφίσματα σε Γαλλία και Ολλανδία. Το κείμενο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος ήταν σαφέστατα πιο φιλόδοξο από τη συνθήκη της Λισαβώνας που εγκρίθηκε δύο χρόνια αργότερα.


Τραυματικές εμπειρίες υπάρχουν όμως και στις περιπτώσεις αποφάσεων που ελήφθησαν με πλειοψηφία σε τομείς που προβλέπονται από τη συνθήκη της Λισαβώνας, όπως η μετανάστευση. Το 2015 η Ουγγαρία, η Σλοβακία και η Πολωνία αρνήθηκαν να εφαρμόσουν την απόφαση της πλειοψηφίας για την μετεγκατάσταση 120.000 μεταναστών και προσφύγων από την Ελλάδα και την Ιταλία στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. και επέμεναν στην άρνησή τους ακόμη και μετά την καταδίκη τους από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.


Η κατάργηση της ομοφωνίας ενέχει επίσης τον κίνδυνο, μία χώρα-μέλος να αναγκαστεί να εφαρμόσει πολιτικές που ενδέχεται να αντιτίθενται σε στενά εθνικά της συμφέροντα. Ειδικά για την Ελλάδα και την Κύπρο, η κατάργηση της ομοφωνίας στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής μπορεί να ενέχει πολλές παγίδες, δεδομένης της αμφισβητήσιμης και αμφισήμαντης στάσης ορισμένων χωρών-μελών της Ε.Ε. έναντι της Τουρκίας.


Ο αντίλογος είναι βεβαίως ότι πάντα θα υπάρχουν διαφωνίες και αμφισβητήσεις και πολλές φορές εθνικά συμφέροντα θα θίγονται, αλλά χωρίς την παράκαμψή τους και χωρίς την επίτευξη συμβιβασμών είναι αδύνατον να οικοδομηθεί μια ισχυρή και ενωμένη Ευρώπη, η οποία νομοτελειακά θα είναι ομοσπονδιακή.


Με 27 μέλη στο κλαμπ ένα τέτοιο εγχείρημα μοιάζει, αλλά και είναι ουτοπικό. Ήδη 13 χώρες-μέλη (Βουλγαρία, Κροατία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Λετονία, Λιθουανία, Μάλτα, Πολωνία, Τσεχία, Σουηδία , Σλοβενία και Ρουμανία), δηλαδή οι μισές, δημοσίευσαν ένα κείμενο για να εκφράσουν την αντίθεση τους σε κινήσεις «πρόωρες και απερίσκεπτες» που αποσκοπούν στην αναθεώρηση των συνθηκών. Υποστηρίζουν μάλιστα ότι «έχουμε μια Ευρώπη που λειτουργεί» και φέρουν ως παράδειγμα τα μέτρα κατά τη διάρκεια της πανδημίας και κατά της Ρωσίας. Η Δανία οργανώνει μάλιστα «προληπτικά» δημοψήφισμα ζητώντας την έγκριση του λαού της για να αποτρέψει την κατάργηση της ομοφωνίας και την τροποποίηση της συνθήκης της Λισαβώνας.


Με τα δεδομένα αυτά επανερχόμαστε στην ιδέα για γενίκευση και επέκταση της «Ευρώπης πολλών ταχυτήτων», η οποία λειτουργεί για το ευρώ και τη συνθήκη του Σένγκεν, στην οποία μάλιστα μετέχουν και ευρωπαϊκές χώρες μη-μέλη της Ε.Ε.


Ο Μακρόν στην ομιλία του έκανε ένα βήμα παραπέρα προτείνοντας τη δημιουργία μιας «Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας» ώστε να επιτραπεί «σε δημοκρατικά ευρωπαϊκά έθνη που μοιράζονται τις αξίες μας να βρουν έναν χώρο συνεργασίας στους τομείς της άμυνας, της ενέργειας, των μεταφορών, των επενδύσεων, των υποδομών και της ελεύθερης διακίνησης των πολιτών». Οι χώρες μετέχουσες στην κοινότητα αυτή θα μπορούν να ενταχθούν μεταγενέστερα στην Ε.Ε.


Η αποδοχή των προτάσεων Μακρόν και της Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης αποτελούν την ελπίδα για την ανανέωση/επανίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

92 views0 comments
bottom of page